Η διάγνωση των αλλεργικών νοσημάτων από τον ειδικό αλλεργιολόγο γίνεται με βάση τα συμπτώματα του ασθενούς (ιστορικό), την κλινική εξέταση, τις δερματικές δοκιμασίες, τις λειτουργικές δοκιμασίες του πνεύμονα, τον εργαστηριακό έλεγχο και τις δοκιμασίες πρόκλησης.
Είναι κεφαλαιώδους σημασίας για τη διάγνωση των αλλεργικών νοσημάτων. Εξετάζεται το είδος των συμπτωμάτων, η διάρκεια και η χρονική κατανομή τους. Συνδυάζοντας τις πληροφορίες αυτές ο αλλεργιολόγος θα κάνει μια αρχική εκτίμηση για το αλλεργιογόνο που είναι υπεύθυνο για τα συμπτώματα του ασθενή. Για παράδειγμα η ύπαρξη ρινικής καταρροής, πταρμών και ρινικού κνησμού αποκλειστικά τους μήνες Μάιο και Ιούνιο είναι ενδεικτικά υπέρ αλλεργικής ρινίτιδας με πιθανό υπεύθυνο αλλεργιογόνο τη γύρη της ελιάς, η οποία ανθίζει αυτή τη χρονική περίοδο.
Η κλινική εξέταση περιλαμβάνει την αναζήτηση από τον αλλεργιολόγο χαρακτηριστικών ευρημάτων που να κατευθύνουν προς μια αλλεργική πάθηση. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιεί την επισκόπηση, δηλαδή την εξέταση της εξωτερικής επιφάνειας του σώματος του ασθενή (π.χ. η ύπαρξη εγκάρσιας ρινικής πτυχής και η αναπνοή με ανοιχτό το στόμα ταιριάζουν με αλλεργική ρινίτιδα), τη ρινοσκόπηση, δηλαδή την εξέταση του εσωτερικού της μύτης και την ακρόαση των πνευμόνων για ανίχνευση ακροαστικών ευρημάτων που να υποδηλώνουν άσθμα.
Δερματικές δοκιμασίες νυγμού: γίνονται με την τοποθέτηση μικρής σταγόνας από ειδικό εκχύλισμα (δηλαδή διάλυμα) αλλεργιογόνου στην εσωτερική πλευρά του χεριού ή στην πλάτη του ασθενή. Στη συνέχεια με μια ειδική καρφίδα γίνεται νυγμός (τσίμπημα) του δέρματος δια της σταγόνας. Με τον τρόπο αυτό το αλλεργιογόνο εισέρχεται στο δέρμα και ενεργοποιεί- αν ο ασθενής είναι αλλεργικός στη συγκεκριμένη ουσία- το μηχανισμό της αλλεργίας: θα παραχθεί κνησμός (φαγούρα), πομφός (πετάλα ή καντήλα) και ερυθρότητα εντός 15 λεπτών. Είναι μια εξέταση ασφαλής και με μεγάλη διαγνωστική ικανότητα. Ορισμένες φορές- ειδικά στην τροφική αλλεργία- κρίνεται απαραίτητη η διενέργεια της δερματικής δοκιμασίας με την ίδια την τροφή που είναι ύποπτη για τα συμπτώματα. Στην περίπτωση αυτή γίνεται νυγμός του τροφίμου (φρέσκου ή ελαφρά βρασμένου) και στη συνέχεια νυγμός του δέρματος.
Ενδοδερμικές δερματικές δοκιμασίες: σε ορισμένες περιπτώσεις (αλλεργία σε φάρμακα και δηλητήριο μέλισσας και σφήκας) το διάλυμα του αλλεργιογόνου πρέπει να τοποθετηθεί όχι πάνω στο δέρμα (όπως στις δερματικές δοκιμασίες νυγμού) αλλά μέσα σε αυτό. Αυτό επιτυγχάνεται με τις ενδοδερμικές δοκιμασίες που θυμίζουν τη διαδικασία της εξέτασης mantoux για τη διάγνωση της φυματίωσης. Απαιτούν συνεργασία του ασθενή διότι είναι ελαφρά επώδυνες και γίνονται σε παιδιά μεγαλύτερα των 6 ετών και σε ενήλικες.
Επιδερμιδικές δοκιμασίες (atopy patch tests): σε ορισμένες αλλεργικές παθήσεις όπως είναι η αλλεργική δερματίτιδα εξ επαφής και η αλλεργική πρωκτοκολίτιδα ο μηχανισμός της αλλεργίας δεν είναι άμεσος (δηλαδή η αλλεργική αντίδραση δεν συμβαίνει μέσα στην πρώτη ώρα από την επαφή με το αλλεργιογόνο) αλλά απαιτούνται περισσότερες ώρες για να εκδηλωθούν τα συμπτώματα. Για τη διάγνωση αυτών των αλλεργιών χρησιμοποιούνται τα atopy patch tests. Πρόκειται για ειδικά αυτοκόλλητα που περιέχουν το αλλεργιογόνο και τοποθετούνται στην πλάτη του ασθενή όπου παραμένουν για 48 ώρες. Η εκτίμηση γίνεται στις 48 και 72 ώρες.
Με τον όρο λειτουργικές δοκιμασίες περιγράφεται μια σειρά εξετάσεων που γίνονται είτε στο ιατρείο είτε σε οργανωμένα ειδικά εργαστήρια και σκοπό έχουν να αξιολογήσουν την αναπνευστική λειτουργία και να βοηθήσουν στη διάγνωση ετερογενών νοσημάτων των πνευμόνων. Από τις λειτουργικές δοκιμασίες ο ειδικός αλλεργιολόγος χρησιμοποιεί κυρίως την σπιρομέτρηση. Είναι μια απλή και ασφαλής εξέταση που γίνεται στο ιατρείο και μπορεί να αποκαλύψει την ύπαρξη άσθματος. Προϋποθέτει τη συμμετοχή του ασθενούς (διότι πρέπει να φυσήξει έντονα και παρατεταμένα στο ειδικό όργανο που ονομάζεται σπιρόμετρο) και γι' αυτό γίνεται σε παιδιά μεγαλύτερα των 6-7 ετών και σε ενήλικες. Για τα παιδιά ηλικίας μεταξύ 4 και 6-7 ετών που δεν μπορούν να υποβληθούν σε σπιρομέτρηση είναι διαθέσιμη μια άλλη εξέταση, η ταλαντωσιμετρία, που έχει λιγότερες απαιτήσεις από τον ασθενή και μπορεί να αντικαταστήσει τη σπιρομέτρηση στη διάγνωση του άσθματος.
Ανίχνευση αντισωμάτων έναντι ειδικών αλλεργιογόνων: η αλλεργία προκαλείται από τα αντισώματα (της τάξης IgE) που στρέφονται εναντίον ειδικών αλλεργιογόνων. Τα αντισώματα αυτά μπορούν να μετρηθούν στο αίμα του αλλεργικού ασθενή και να επιβεβαιωθεί με αυτό τον τρόπο η ύπαρξη αλλεργίας. Διαβάστε αναλυτικά για τα αντισώματα εδώ.
Ηωσινόφιλα ρινικού εκκρίματος: τα ηωσινόφιλα είναι ειδικά κύτταρα του αίματος που αυξάνονται σε δύο κυρίως περιστάσεις, τη λοίμωξη του οργανισμού από παράσιτα και την αλλεργία. Στους ασθενείς που πάσχουν από αλλεργική ρινίτιδα τα ηωσινόφιλα συγκεντρώνονται στο βλεννογόνο της μύτης σε μεγάλο αριθμό. Με λήψη δείγματος βλέννης (πιο απλά μύξας) από τη μύτη του ασθενή μπορούμε να μετρήσουμε τα ηωσινόφιλα και αν τα βρούμε αυξημένα να πιστοποιήσουμε τη διάγνωση αλλεργίας.
Ανοσοσφαιρίνες ορού: είναι τα αντισώματα του οργανισμού που έχουν ως αποστολή την προστασία του από μικρόβια. Σε ορισμένες παθήσεις, τις ανοσοανεπάρκειες, το αμυντικό σύστημα παρουσιάζει ελαττωματική κατασκευή και λειτουργία και ο ασθενής παθαίνει συχνά λοιμώξεις από ιούς, μικρόβια και μύκητες. Η μέτρηση των ανοσοσφαιρίνών, μαζί με άλλες πολύ ειδικές εξετάσεις, μας αποκαλύπτει το είδος και τη βαρύτητα της ανοσοανεπάρκειας.
Σε πολλές περιπτώσεις η συμμετοχή ενός αλλεργιογόνου στην κλινική εικόνα (δηλαδή τα συμπτώματα) του ασθενή δεν είναι σαφής. Για παράδειγμα ένας ασθενής έχει αλλεργική ρινίτιδα και ο έλεγχος με δερματικές δοκιμασίες νυγμού αποκαλύπτει ευαισθητοποίηση σε τρία διαφορετικά αλλεργιογόνα. Συμμετέχουν και τα τρία στην κλινική εικόνα ή κάποιο από αυτά δεν προκαλεί συμπτώματα και είναι απλή ευαισθητοποίηση; Απάντηση στο ερώτημα αυτό θα δώσουν οι ειδικές δοκιμασίες πρόκλησης.
Ρινική δοκιμασία πρόκλησης με ειδικό αλλεργιογόνο: χρησιμοποιείται για την επιβεβαίωση ύπαρξης συμπτωμάτων αλλεργικής ρινίτιδας σε ένα αλλεργιογόνο. Γίνεται με την ενστάλλαξη σε προοδευτικά αυξανόμενες ποσότητες εκχυλίσματος αλλεργιογόνου μέσα στη μύτη του ασθενή και την καταγραφή των συμπτωμάτων που παράγονται (ρινική καταρροή, συμφόρηση, κνησμός και πταρμοί). Αντίστοιχη είναι και η οφθαλμική δοκιμασία πρόκλησης με ειδικό αλλεργιογόνο για τη διάγνωση αλλεργικής επιπεφυκίτιδας μόνο που η ενστάλλαξη του αλλεργιογόνου γίνεται με ειδικές οφθαλμικές σταγόνες στο μάτι του ασθενή.
Βρογχικές δοκιμασίες πρόκλησης για έλεγχο άσθματος: περιλαμβάνουν ειδικές δοκιμασίες για την επιβεβαίωση ή αποκλεισμό άσθματος σε έναν ασθενή (τέτοια είναι για παράδειγμα η δοκιμασία πρόκλησης με μεταχολίνη) και δοκιμασίες για τη διάγνωση αλλεργικού άσθματος σε αντιδιαστολή προς το ενδογενές μη αλλεργικό άσθμα (τέτοιες είναι η δοκιμασία πρόκλησης με μαννιτόλη και η βρογχική πρόκληση με ειδικό αλλεργιογόνο).
Τροφική δοκιμασία πρόκλησης: πρόκειται για τη χορήγηση σε προοδευτικά αυξανόμενες δόσεις μιας τροφής σε έναν ασθενή που
α. υποπτευόμαστε οτι μπορεί να είναι αλλεργικός σε αυτή την τροφή, για να επιβεβαιώσουμε ή αποκλείσουμε την αλλεργία
β. γνωρίζουμε οτι είναι αλλεργικός και θέλουμε να δούμε αν ο ασθενής ξεπέρασε την αλλεργία του (ναι, η τροφική αλλεργία δεν είναι απαραίτητα ισόβια, αλλά μπορεί να ξεπεραστεί- διαβάστε περισσότερα εδώ)
Η αναφυλακτική αντίδραση είναι μία ταχέως εξελισσόμενη, απειλητική για τη ζωή κατάσταση που απαιτεί άμεση θεραπεία. Διαβάστε περισσότερα εδώ...